Αυτό το Σάββατο έγινα ανάδοχος της Λίας (Γιαγιά: Αγλαΐα).
Σύμφωνα με το κοινωνικό έθιμο στην Ελλάδα, η αναδοχή ορίζεται μέσω του χριστιανικού μυστηρίου της Βάφτισης.
Η συγκεκριμένη μέρα, είχε αρκετά απρόοπτα, θα προσπαθήσω να τα καταγράψω για να μην ξεχάσω.
Α. Άργησα να φτάσω !
Έχοντας αργήσει (τι να κάνω που η συνοδός μου, ήθελε να γίνει πιο κούκλα από ότι είναι), έχοντας μπερδευτεί στον δρόμο κι έχοντας εκνευριστεί από τον πλοηγό, ο οποίος με βγάζει σε αδιέξοδα και δρόμους με απαγορευτική σήμανση, φτάνω στην εκκλησία 10λεπτά μόλις πριν την έναρξη. Προσπαθώ να βρω κάπου να παρκάρω (καβαλάω κι ένα πεζοδρόμιο) και προσπαθώ να πάρω όλα τα πράγματα από το πορτ-παγκάζ.
Β. Ξέχασα το λάδι !
Φυσικά κι έχω ξεχάσει κάτι, μα αυτό το κάτι μέσα σε όλα τα πράγματα ήταν κι από τα πιο σημαντικά: Το λάδι!!! Ευτυχώς μια γειτόνισσα μας είδε αλαφιασμένους κι αφού της εξηγήσαμε την κατάσταση, μας γέμισε το μπουκαλάκι. Κουβαλώντας λοιπόν ΟΛΑ τα πράγματα στην αγκαλιά μου φτάνω στην εκκλησία. Δεν προλαβαίνω να χαιρετίσω κανέναν.
Με βλέπει ο παπάς και μου λέει:
- Ο Ανάδοχος.
- Ναι (απαντάω)
- Έλα μαζί μου, μου λέει.
Αφήνω τα πράγματα σε μια γωνιά και μπαίνω στο γραφειάκι. 3ς οι παπάδες. Ο μεγάλος σε ηλικία (και μήκος μουσιού) με ρωτά:
- Πως είναι το όνομά σου;
- Ευάγγελος.
- Είσαι ορθόδοξος;
- Ναι (δεν με ρώτησε χριστιανός ορθόδοξος).
- Βάλε μια υπογραφή εδώ.
Υπογράφω κι εγώ λοιπόν στο χαρτί.
Γ. Δωρεά εκκλησίας !
- Πόσα θα μας δώσεις;
εκείνη την στιγμή λοιπόν του απαντώ: - Πάτερ μου, δεν έχω χρήματα πάνω μου. Όπως βλέπεις, δεν πρόλαβα να δω ούτε τους γονείς μου μα ούτε και κανέναν άλλον. Δεν έχω το πορτοφόλι μου, μαζί μου κι έχω μονάχα 50ευρώ στο σακάκι. Τα πήρα τελευταία στιγμή από το αμάξι.
Δεν του τα δίνω, τα αφήνω στην άκρη του τραπεζιού. Πετάγεται από την θέση του με ένα στάλτο και τα μετράει με ένα βλέμμα γεμάτο λίπη.
- Πόσα πρέπει να δώσω (ρωτώ);
- Συνήθως δίνουν 100 ευρώ, άλλοι αφήνουν κι 70ευρώ. Είναι τόσοι που πρέπει να πληρωθούν.
- Να βγω μια στιγμή (του λέω) να βρω τους γονείς μου για να μου δανείσουν χρήματα.
- Ναι, ναι μου λέει, πήγαινε να συμπληρώσεις και φώναξε τον πατέρα.
Φωνάζω τον πατέρα της μικρής κι αρχίζω να χαιρετώ τον κόσμο στην εκκλησία.
- Πως σε λένε (ρωτά τον πατέρα);
- Ιωάννης
- Βάλε μια υπογραφή εδώ. Τι θα μας αφήσεις εσύ;
ο πατέρας του έδωσε ένα 20ευρω.
Δ. Μαθήματα καθαρεύουσας 101
Αμέσως (αμέσως όμως) ξεκινάμε το μυστήριο. Στην εκκλησία: εγώ, ο πατέρας της μικρής και ο παπάς. Όλοι είναι έξω και περιμένουν! Με τα πολλά μπαίνει κι ο κόσμος, έχουμε ήδη αρχίσει εμείς.
Ο παπάς είναι λίγο περίεργος, του στυλ:
- Μην φυσάς εμένα, την πόρτα φύσα, μην επαναλαμβάνεις, αλλά απάντα
Κι κάπου εκεί μου ρίχνει κι ένα μάθημα καθαρεύουσας με κλίσεις, πρόσωπα χρόνους και διάφορα τέτοια.
Γιατί αλήθεια δεν χρησιμοποιείται η δημοτική; Είναι αμαρτία;
Ε. Όνομα !
Φτάνουμε στο σημείο που λέει ο παπάς:
- Και το όνομα αυτού;
- Αγλαΐα
- Και το όνομα αυτού;
- Αγλαΐα
- Και το όνομα αυτού;
- Αγλαΐα
Το πλήθος έχει αρχίσει να μας κοιτά περίεργα. Τι στο καλό σκέφτομαι; Δεν του αρέσει το όνομα;
Μας κοιτάει καλά καλά ο παπάς. Στα χέρια μου κρατώ την μικρή. Ροζ κορδέλα στο κεφάλι και φόρεμα με ροζ κορδέλες. Πετάγεται κάποιος από τους συγγενείς:
- της, όχι του
- Εντάξει λέω, του μωρού θα εννοεί ο πάτερ.
Ο παπάς συνεχίζει:
- Και το όνομα αυτού;
- Αγλαΐα
- Και το όνομα αυτού;
Σκέφτομαι θα εννοεί το δικό μου, - Ευάγγελος (απαντώ)
Κάπου εκεί λοιπόν, γυρίζει ο παπάς και λέει στον πατέρα της μικρής:
- Καλά, τι μου είπες για όνομα;
- Ότι με ρώτησες, με ρώτησες πως με λένε, για να υπογράψω στο χαρτί.
Κάπου εκεί λοιπόν παραλίγο να πιαστούμε στα χέρια με τον παπά.
Τον κάνει ο πατέρας της μικρής να τρέχει μέσα στην εκκλησία για να φτιάξει εξαρχής το χαρτί, αυτή την φορά με το σωστό όνομα!
Η συνέχεια της βάφτισης γίνεται από τον μικρότερο σε ηλικία παπά. Ο οποίος ήταν ψιλόσυνεννοήσιμος και τα λέγαμε κιόλας όμορφα κι ωραία κατά την διάρκεια.
Ε. Λαμπάδα !
Την λαμπάδα την κράταγε ένα κοριτσάκι. Η λαμπάδα ήταν ίσα με το μπόι της. Όσο έκαιγε η λαμπάδα έπεφτε το λιωμένο κερί στην άκρη. Επειδή όμως, η μικρή δεν έβλεπε, κάποια στιγμή της χύνεται το λιωμένο κερί στο χεράκι της. Προσπαθεί η καημένη να μην ουρλιάξει από τον πόνο και προσπαθεί να πετάξει την λαμπάδα κάτω! Ευτυχώς εν τέλη έρχεται ένα άλλο κοριτσάκι μεγαλύτερο για να πιάσει την λαμπάδα και να τρέξει η μικρή στους δικούς της για να κλάψει και να ξεσπάσει.
Προχωράμε με το μυστήριο, γδύνουμε την μικρή κι ετοιμαζόμαστε για να 3πλη κατάδυση στην κολυμπήθρα! Η μικρή δεν έβγαλε άχνα. Τπτ, ίσως επειδή πηγαίνω αρκετά συχνά και την βλέπω να μας είχε ήδη συνηθίσει. Χλιαρό το νεράκι, βάζουμε λάδι, τα πάντα άψογα.
Στ. Μας κατούρησε!
Μου δίνει την μικρή να την σκουπίσω, με το που την παίρνω αγκαλιά η μικρή ξεκινάει να κατουράει! Να σου τα γέλια κι από τον παπά κι από μένα. Την σκουπίζουμε και την δίνουμε για να την ντύσουν την μικρή. Όσο την ντύνουν την Λία, ο πάτερ:
- Πρέπει να την κοινωνήσετε 3ς φορές την μικρή και να την πηγαίνετε συχνά στην εκκλησία για να συνηθίσει. Δαγκώθηκα να μην απαντήσω!
Η μικρή ντυμένη, μια κούκλα! Μετά την μετάνοια της μητέρας, δίνω την μικρή στην μητέρα της. Μας χαιρετάνε οι καλεσμένοι και βγαίνουμε έξω για τις απαραίτητες φωτογραφίες. Από εκεί και μετά τα πράγματα κύλησαν σε κανονικούς ρυθμούς και το γλέντι κράτησε μέχρι το πρωί.
Λία, εάν διαβάζεις αυτό το blog μετά από χρόνια κι έχεις δει και το dvd της βάφτισής σου, κράτα στην καρδιά σου δύο πραγματάκια:
α. Δεν παραπονέθηκες σε τίποτα - φάνηκες να το διασκεδάσεις. Γεγονός αξιομνημόνευτο μιας και σχεδόν όλα τα παιδάκια κλαίνε.
β. Είσαι περιτριγυρισμένη από ανθρώπους που σε αγαπάνε πάρα πολύ, μακάρι να είναι έτσι όλη η ζωή σου.